Δευτέρα 18 Φεβρουαρίου 2019



Ἡ ἐπικαιρότητα τῆς θεολογίας τοῦ ἁγίου Μάξιμου τοῦ Ὀμολογητή 
του κ. Δημήτρη Ἰωάννου

Ἐργαστήρι Δημιουργικῆς Γραφῆς
«ΔΙΑΠΟΡΘΜΕΥΩΝ ΛΟΓΟΣ»




ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ

Μέ εἰσηγητή τόν κ. Δημήτρη Ἰωάννου
καί θέμα «Ἡ ἐπικαιρότητα τῆς θεολογίας τοῦ ἁγίου Μάξιμου τοῦ Ὀμολογητή»
σᾶς περιμένουμε  τήν Παρασκευή 22 Φεβρουαρίου 2019 στίς 17:30
στό Πνευματικό Κέντρο τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ Εὐαγγελισμοῦ τῆς Θεοτόκου Ἱστιαίας.


Η ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΜΑΞΙΜΟΥ: Η ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΝΟΥ (απόσπασμα από ένα διάλογο ανάμεσα σε κάποιον ζωγράφο, εραστή της βυζαντινής σκέψης, και ένα φοιτητή φυσικής). 

του κ. Δημήτρη Ιωάννου


-Θεωρώ πολύ ενδιαφέρον το θέμα που συζητάμε, αλλά και γενικά όλη τη διδασκαλία του αγίου Μαξίμου. Χρησιμοποίησες λοιπόν την προηγούμενη φορά αρκετά συχνά τον όρο «ψυχή». Θα ήθελα να σε ρωτήσω ευθύς αμέσως: δεν είναι αυτό αναχρονιστικό; Η πρόοδος της επιστήμης δεν έχει οδηγήσει στην εγκατάλειψη τούτου του όρου;
-Πράγματι, ο άγιος Μάξιμος κηρύσσει ότι υπάρχει η ψυχή, που πρέπει να γνωρίσει τον Θεό, να «θεωθεί». Χρησιμοποιεί όμως ακόμη πιο συχνά τη λέξη «νους», που  είναι το «κλειδί» για να προσεγγίσουμε καλύτερα τη βυζαντινή ανθρωπολογία. Και αυτό γιατί σήμερα ο συγκεκριμένος όρος, «νους» χρησιμοποιείται κατά κόρον τόσο στην αναλυτική φιλοσοφία («mind»), αλλά και στην επιστήμη, με μια έννοια που αφήνει περιθώρια διαλόγου με την ορθόδοξη ανθρωπολογία.
-Τι ακριβώς σημαίνει λοιπόν στην αναλυτική  φιλοσοφία; Ξέρω ότι η τελευταία είναι κυρίως αγγλοσαξονικό κίνημα…
-Στους αναλυτικούς φιλοσόφους ο «νους» σχετίζεται με αυτό που λέμε στη θεολογία «ψυχή», έχει όμως ειδικότερα την έννοια της «συνείδησης», καθώς οι περισσότεροι στοχαστές  δεν πιστεύουν όντως ότι υπάρχει αυτό που στα αγγλικά λέγεται «soul» («ψυχή».) Ωστόσο υπάρχουν και εξαιρέσεις.
Τι είναι όμως η «συνείδηση»; Είναι εύκολο να καταλάβεις το περιεχόμενο της λέξης, αν και νομίζω ότι είσαι ως ένα βαθμό ενήμερος. Όταν για παράδειγμα μιλώ σε σένα, έχω «συνείδηση» του γεγονότος ότι εσύ ευρίσκεσαι εδώ. Το γνωρίζω ως  «λογικό» γεγονός, ως κάτι δηλαδή που το αντιλαμβάνεται η λογική μου. Η συνείδηση στη δυτική φιλοσοφία θεωρείται περίπου ως ανώτερη μορφή «γνώσης», αν και υπάρχει μια σύγχυση ως προς το αν ακριβώς είναι «γνώση» ή κάποιο ανώτερης τάξης «αίσθημα», διότι η συνείδηση ως σύμφυτη εσωτερική λειτουργία οδηγεί στη συναίσθηση και διάκριση του καλού και του κακού. Μολονότι θα ήταν καλό να αποφύγουμε την περίπλοκη ορολογία, μικρό μέρος του φιλοσοφικού λεξιλογίου θα ήταν καλό, φοιτητή μου, να το αφομοιώσεις…
-Δεν με πειράζει η ορολογία, αρκεί να προχωρώ προς την αφομοίωσή της όχι με ξηρό, στεγνό τρόπο, αλλά βιωματικά... Χρησιμοποιείται ο όρος «νους» λοιπόν και από τους Ορθόδοξους Πατέρες;
-Ναι, ιδίως στην ασκητική γραμματεία, που είναι κοινότατος. Μεγάλη επεξεργασία υπέστη από τον άγιο Γρηγόριο Νύσσης, την σχετική διδασκαλία του οποίου παραλαμβάνει και ο Ομολογητής. Πρέπει να συγκρατήσεις το όνομα «Γρηγόριος Νύσσης». Είναι ένα Πατέρας, σε πληροφορώ, ο οποίος «εκχριστιάνισε» περισσότερο από οποιονδήποτε άλλον τον ελληνισμό. Είναι κορυφαίος θεολόγος. Πάνω σε αυτόν στηρίζεται κατά πολύ και ο άγιος Μάξιμος.
-Γιατί να προτιμήσουμε τον όρο «νους» και όχι «ψυχή;»
-Δεν θα προσπαθήσω, όπως καταλαβαίνεις, να σε πείσω ότι η ψυχή όντως υπάρχει, αν και είναι κάτι που θα το συζητήσουμε αργότερα. Δεν είναι ώρα να κάνουμε «απολογητική». Θέλω όμως απλώς να αντιληφθείς ότι  ο πατερικός «νους» αναφέρεται σε μια υπαρκτή πραγματικότητα, που αν δεχτούμε ότι υπάρχει, εξηγεί τελείως «ορθολογικά» πολλές άλλες επιμέρους πραγματικότητες. Τι είναι «ορθολογική» πραγματικότητα και τι «ανορθόλογο»; Γνωρίζεις, πιστεύω, το κίνημα του Διαφωτισμού. «Ορθολογικό» είναι για τους διαφωτιστές ό,τι δεν είναι μυθικό, μυστικιστικό, μυστηριακό… Ο νους λοιπόν μπορεί να θεωρηθεί μια ρεαλιστική, μη μεταφυσική πραγματικότητα. Δεν είναι, όπως λέμε, ένα «υπερβατικό» στοιχείο.
-Ο Διαφωτισμός θεωρείται εν πολλοίς η βάση της σύγχρονης σκέψης… Υπάρχουν σήμερα πολλοί που δίνουν μάχες υπέρ αυτού, τον θεωρούν μάλιστα ως το θεμέλιο της σημερινής πολιτικοκοινωνικής κατάστασης.
-Από μια άποψη είναι όντως ένα σημαντικό κίνημα, γιατί επιτέθηκε στη «μεταφυσική». Κατά μερικούς μεγάλους θεολόγους, η Ορθοδοξία, παραδόξως, δεν είναι μεταφυσική, αλλά «εμπειρική επιστήμη». Αυτό ισχύει αρκετά και για ό,τι αφορά τον «νου». Ο πατερικός νους, όμως, δεν ταυτίζεται ακριβώς μήτε με τη «συνείδηση» των αναλυτικών φιλοσόφων, η οποία και αποτελεί προϊόν του, μήτε όμως και με  τη «ψυχή». Είναι το αντιληπτικό όργανο της τελευταίας.
-Ίσως ο «νους», αν μπορώ να καταλάβω σωστά, και συμμεριζόμενος εν μέρει τα όσα λέγει η αναλυτική φιλοσοφία, είναι πράγματι άλλη μια ονομασία για ό,τι λέμε σήμερα «συνείδηση», η οποία αποτελεί αντικείμενο έρευνας της σύγχρονης επιστήμης, για την ακρίβεια πολλών επιστημών. Η ψυχολογία, αλλά ακόμη  περισσότερο η νευροεπιστήμη, η βιολογία γενικότερα, προσπαθούν να κατανοήσουν τους μηχανισμούς της και να την ερμηνεύσουν. Τα γνωρίζω αυτά.
-Η δυτική φιλοσοφία, γενικότερα σκέψη, κατάντησε να ταυτίζει τις δύο έννοιες, γιατί δεν διαθέτει απολύτως καμιά άλλη προϋπόθεση για να σκεφθεί διαφορετικά επί του θέματος. Χωρίς να θέλω να σε μπερδέψω, αρκούμαι να σου πω ότι υπεύθυνος αυτής της σύγχυσης υπήρξε εν μέρει ο Ντεκάρτ, Γάλλος φιλόσοφος, που ταύτισε την σκέψη με την ύπαρξη. «Σκέπτομαι, άρα υπάρχω». Έχει όμως δίκιο; Ας προσπαθήσουμε να δούμε.
-Γνωρίζω τον Ντεκάρτ. Είναι ένα από τα σημαντικά γαλλικά ονόματα, όπως λέμε Πασκάλ, Ρουσώ κλπ.
-Ο συγκεκριμένος φιλόσοφος ευθύνεται όμως για πολλές παρανοήσεις. Ας δώσω όμως κάποια ενδεικτικά παραδείγματα για να καταλάβεις την διαφορά μεταξύ νου και συνείδησης. Ας υποθέσουμε ότι κάποιος κοιμάται, οπότε και δεν έχει καμία «συνείδηση» κανενός πράγματος γύρω του, μήτε καν του εαυτού του. Ωστόσο, όπως μας διδάσκει σήμερα η Ψυχανάλυση, η πνευματική του υπόσταση εργάζεται πυρετωδώς, προσπαθώντας π.χ. με τα όνειρα να επεξεργαστεί όλα τα βιώματα της ημέρας, να τα βάλει σε τάξη, να εξεύρει πιθανές  λύσεις σε προβλήματα δόμησης της προσωπικότητάς του. Τελικά, ακόμη και κατά τη διάρκεια του ύπνου, επιχειρεί κανείς να ανασυγκροτήσει τον εαυτό του σε νέα βάση , προετοιμαζόμενος για  το αύριο . Τα όνειρα άλλωστε, όπως πρώτος παρατήρησε ο Φρόυντ, δομούνται με την μορφή περίπλοκων αφηγηματικών πράξεων, ενώ γίνεται και άφθονη χρήση συμβόλων. Σε αυτή την περίπτωση ποιος είναι αυτός που «εργάζεται» πυρετωδώς;
-Η ψυχή μήπως; Το λέω χωρίς να το πολυπιστεύω…
-Μπορεί κάποιος να πει η «ψυχή», αλλά, αν  αποφύγουμε να προσδώσουμε στον όρο «μεταφυσική» σημασία, τότε τι ακριβώς εννοούμε; Τι εννοούμε επίσης όταν λέμε και κάτι ακόμη πιο απλό, όπως πχ «η ‘‘ψυχή’’ μου αισθάνεται χαρά»;
-Ψάχνουμε πάντα μια κάποια ορθολογική σημασία της ψυχικής πραγματικότητας, που είναι υπαρκτή και την ώρα της εγρήγορσης και την ώρα του ύπνου. Βρίσκομαι σε αμηχανία.
-Ας αναφέρω και άλλο παράδειγμα: σκέψου ότι  κάποιος δίνει μια μικρή χρηματική ενίσχυση σε ένα ζητιάνο και αισθάνεται χαρά, γιατί η «συνείδησή»  του «γνωρίζει» ότι έκανε μια «καλή» πράξη. Ωστόσο, είναι δυνατόν ο βαθύς εαυτός ανομολόγητα να γνωρίζει ότι η βοήθεια δόθηκε μόνο και μόνο γιατί είχε ανάγκη ο δρων να εξυψώσει τον εαυτό του στα ίδια του τα μάτια, να αισθανθεί δηλαδή «καλός» άνθρωπος. Ειδικά, μάλιστα, αν  έχουν ενσταλάξει από νωρίς σε κάποιον οι γονείς του καθηκοντολογική συνείδηση, γίνεται  «φιλάνθρωπος» καταναγκαστικά. Σε αυτή την περίπτωση ο βαθύς εαυτός καταλαβαίνει το ψέμα, άρα κατανοεί κάτι που δεν γνωρίζει  η «συνείδηση». Ποιος είναι και πάλι που τα εννοεί όλα αυτά;
-Μήπως το ασυνείδητο; Ιδού η απάντηση…
-Είναι ένας όρος χρησιμοποιημένος κατά κόρον σήμερα από τους ψυχολόγους, αλλά και από το ευρύ κοινό, που αφομοίωσε κάπως εκλαϊκευμένα την ορολογία του Φρόυντ… Και όμως ο «αυτονόητος» αυτός όρος δημιουργεί πάμπολλα προβλήματα στους φιλοσόφους. Πώς γίνεται δηλαδή να υπάρχει κάτι «ψυχικό»,  το ασυνείδητο, το οποίο δεν εμφανίζεται καθόλου υπό τη μορφή ενός ψυχικού γεγονότος; Υπάρχει η «χαρά», γιατί την αισθανόμαστε… Το ίδιο και η αγωνία… Υπό ποία έννοια «υπάρχει» όμως το ασυνείδητο, που για να το πω απλά, υφίσταται μόνο στο βαθμό που δεν μπορεί να καταστεί έκδηλο ψυχικό γεγονός, να το «αισθανθεί» δηλαδή κάποιος, να το «νιώσει»; Και πού τέλος πάντων εμφωλεύει, εφόσον δεν μπορεί ούτε ο φορέας του να έχει κάποια «άμεση» θέα αυτού; Ξέρεις από «άμεση» γνώση ότι έχεις πονόδοντο, γιατί έχεις, όπως λέμε στη φιλοσοφία, εμπειρία «πρώτου προσώπου» περί αυτού. Επειδή όμως δεν ισχύει κάτι τέτοιο με το ασυνείδητο, δεν είναι παράξενο, που αρκετοί φιλόσοφοι αρνούνται τελικά ότι υπάρχει αυτή η μυστηριώδης οντότητα. Ο πρώτος που τα έβαλε μαζί του ήταν ο περίφημος Βιτγκενστάιν.
-Ίσως είναι κάτι σαν «κυτταρική μνήμη». Τι άλλο θα μπορούσε να είναι;
-Τότε όμως είναι βιολογικό γεγονός, όχι ψυχικό. Σε κούρασα. Το γνωρίζω. Να όμως και άλλο ένα παράδειγμα, που μας δείχνει τη δυναμική της ψυχικής ζωής: μπορεί λοιπόν κάποιος να καταγίνεται με το άναμμα ξύλων στο τζάκι, οπότε και η «προσοχή» του είναι φαινομενικά στραμμένη σε αυτή τη διαδικασία. Ωστόσο, πιο βαθιά, ακριβώς ο «νους» του, ο βαθύς εαυτός δουλεύει ένα μαθηματικό πρόβλημα, και να που ξαφνικά βρίσκει τη λύση, τη στιγμή ακριβώς που δεν το περίμενε. Ο όρος «συνείδηση» καταδεικνύεται ανεπαρκής και πάλι για να περιγράψει τον ψυχικό κόσμο.
-Νόμιζα ότι το ασυνείδητο εξηγεί όλα τούτα τα φαινόμενα. Δίχως αυτό, δεν ξέρω ποια εξήγηση να δώσω …
 -Πολλοί φιλόσοφοι δικαίως όμως αμφιβάλλουν ότι υπάρχει. Το «δικαίως» εδώ σημαίνει ότι η Φιλοσοφία βοηθά στον διάλογο μεταξύ των επιστημών, υποβάλλοντας σε κριτική βάσανο τις αρχές της ίδιας της επιστήμης, προκειμένου να επισημάνει τυχόν ανακολουθίες, μερικότητες, προβλήματα μεθόδου κ.λπ. Δεν θα ήθελα όμως εδώ, παρά τις όποιες ενστάσεις, να αρνηθώ ότι όντως υπάρχει το ασυνείδητο. Οι καλύτεροι ορθόδοξοι θεολόγοι το αποδέχονται. Ας το πάρουμε λοιπόν  ως δεδομένο, ας μην λοξοδρομούμε τόσο πολύ. Πρέπει ωστόσο να είσαι προετοιμασμένος και για το εξής: ορισμένοι φιλόσοφοι, για να περισώσουν τις θεωρίες τους, αρνούνται ολόκληρους επιστημονικούς κλάδους, όπως την ψυχανάλυση, και  ό,τι καλό έχει αυτή κομίσει. Εν προκειμένω,  αρνούμενοι να παραδεχτούν ότι μπορεί στ’ αλήθεια να υπάρχει «ασυνείδητο», ή γενικά «βαθύτερος εαυτός», κάποιοι πιστεύουν ότι δεν θα αναγκαστούν τελικά να παραδεχτούν ότι υπάρχει και ψυχή. Ο Βιτγκενστάιν όμως δεν εμπίπτει σε αυτή την κατηγορία.
-Ας πάμε στους Πατέρες της Εκκλησίας. Πώς ορίζει η βυζαντινή σκέψη τον νου; Και ομολογώ ότι με εκπλήσσει και μόνο που χρησιμοποιώ τον όρο «βυζαντινή σκέψη»… Πίστευα ότι το Βυζάντιο είναι, όπως λέμε, σκοταδιστικό.
-Μεγάλη προκατάληψη. Θα σου αναφέρω σύντομα, αφού το επιθυμείς, τα διδάγματα του αγίου Γρηγορίου Νύσσης για τον «νου», τα οποία ασπάζεται πλήρως και ο άγιος Μάξιμος. Αυτά είναι τα εξής: ο νους αρχικά είναι «όργανο» της ψυχής, μήτε σκέψη μήτε δραστηριότητα. Είναι αυτός που σκέπτεται, όπως το μάτι είναι που «βλέπει» ή το αυτί που ακούει. Δεν είναι δυνατόν βέβαια,  θα ερμηνεύαμε σήμερα, να σκέπτονται τα ίδια τα κύτταρα, ούτε παράγονται στον εγκέφαλο αποσπασματικές σκέψεις, που κατόπιν μεταξύ τους συναρθρώνονται κάπως τεχνητά, κάπως βεβιασμένα, σε ένα σύνολο. Ο νους μπορεί επίσης να μένει ανενεργός και να μην δίνει στον εαυτό του καμία δραστηριότητα, όπως π.χ. αν σκεφτεί κανείς «είναι ώρα να ξεκουραστώ, ας μη συλλογιστώ πια τίποτε». Ούτε υπάρχει καμία θεωρητική ωφέλεια από το να ερμηνεύσουμε κάτι τέτοιο ως «ανώτερης τάξης σκέψη», που ελέγχει υπολογιστικά-προγραμματιστικά άλλες σκέψεις. Ας αφήσουμε κατά μέρος άλλωστε και το ίδιο το πρόβλημα ότι, ενώ είναι εύκολο να συλλάβουμε τη «χαρά» ως ψυχικό γεγονός, δεν είναι το ίδιο εύκολο να θεωρηθεί η λογική διαδικασία «σκέψη» επίσης ψυχικό γεγονός, «βίωμα». Και όμως σαφώς είναι.
-Δηλαδή, δεν είναι ποτέ δυνατόν να αισθανθεί κάποιος τη σκέψη του, όπως π.χ. αισθάνεται τη χαρά. Αυτό θες να πεις.
-Σαφώς. Ας περιγράψουμε ακόμη περισσότερο το νου. Όταν αυτός αποφασίζει να ξεκουραστεί, η απόφαση αυτή γίνεται αντιληπτή ψυχοδυναμικά ως «νωθρότητα», «ραστώνη», πράγμα που δεν είναι για τη βυζαντινή θεολογία καθόλου συναίσθημα, αλλά «νοερή κατάσταση». Όταν πάλι ο νους  αποφασίζει να ασχοληθεί με κάτι, περισσότερο ή λιγότερο έντονα (π.χ. να εμπλακεί σε μια συζήτηση, να λύσει ένα μαθηματικό πρόβλημα), τότε συγκεντρώνεται, περισσότερο ή λιγότερο, σε αυτό, αφήνοντας όλο τον άλλο κόσμο γύρω του να υπάρχει τρόπον τινά ως «περιθώριο» ∙ ή επίσης μπορεί να επιδίδεται συγχρόνως σε πολλές δραστηριότητες. Π.χ. κάποιος δύναται να ακούει Μότσαρτ ενώ ταυτόχρονα να  προσέχει μήπως ο ασθενής στο διπλανό δωμάτιο ζητήσει κάτι κ.λπ. Ο νους, λοιπόν, είναι πέρα για πέρα υπαρκτός και αποτελεί όργανο του ψυχικού κόσμου του ανθρώπου, όπως όργανο του σώματος είναι το συκώτι ή η καρδιά.
-Μα δεν είναι ο νους μεταφυσική κατηγορία, αν οριστεί κατ’ αυτόν τον τρόπο; Και γενικώς ξέρω ότι πρέπει να αποφεύγουμε τη μεταφυσική.
- Αυτός ο ισχυρισμός είναι πέρα για πέρα λαθεμένος. Πρέπει να καταλάβεις ότι δεν υπάρχει τίποτε το μεταφυσικό ή το ανορθόλογο, όπως ήδη είπαμε, στο να πιστέψει κανείς ότι ο άνθρωπος διαθέτει ένα τέτοιο πνευματικό όργανο για να οργανώνει τον ψυχικό εαυτό του. Γιατί, το να αφήνουμε παντελώς ανεξήγητη τη δομή της ψυχικής ζωής, χωρίς να μπορούμε να ερμηνεύσουμε τι είναι η «συνείδηση», τι το «ασυνείδητο», από πού τέλος πάντων αυτό το τελευταίο γεννιέται, και πώς γίνεται κατά την καθημερινή ζωή να αλλάζουμε ένα σωρό αποχρώσεις «πνευματικής» αντιμετώπισης και πρόσληψης του κόσμου, όλο αυτό καταντά μυστικιστικό. Σημειωτέον, οι καταστάσεις που περιγράψαμε λίγο πριν είναι εντελώς ρεαλιστικές πραγματικότητες, που αντιστοιχούν σε κάτι που κυριολεκτικά υπάρχει. Δεν είναι όλα αυτά φανταστικά «qualia», όπως π.χ. νομίζει ο φιλόσοφος Dawkings, για να περισώσει τον χονδροειδή υλισμό του.
-Τι εννοείς με αυτό τον όρο, τα «qualia»; 
-Πολύ απλά, ο Dawkings και οι ομοϊδεάτες του πιστεύουν ότι πράγματα όπως «πόνος», «λύπη», «οκνηρία», «χαρά» κλπ -αυτά όλα λέγονται «qualia»-, οι «άυλες» δηλαδή ψυχικές καταστάσεις, στην πραγματικότητα δεν υπάρχουν, γιατί το να αποδεχτούμε κάτι τέτοιο θα ισοδυναμούσε με το να παραδεχτούμε επίσης και την ύπαρξη της ψυχής. Μια μέρα η επιστήμη θα καταφέρει, μας υπόσχονται, να μας απαλλάξει από αυτές τις επικίνδυνες έννοιες!
-Είναι ανόητο. Αρνούνται το προφανές…
-Σε προϊδέασα για αυτό. Επιπλέον, για να αντιμετωπίσω την ένστασή σου ότι ο πατερικός νους είναι μια μυστικιστική κατηγορία, θα μπορούσα να σε ρωτήσω το εξής: είναι ο όρος άραγε «συνείδηση», που εξ ορισμού νοείται βέβαια ως κάτι άυλο, και αυτός μυστικιστικός; Αν όχι, γιατί να είναι ο «νους»; Τι είναι το «ασυνείδητο»; Μήτε αυτό είναι υλική πραγματικότητα, ούτε καν «ψυχική», με την συμβατική έννοια. Αν το ασυνείδητο είναι τελικά κάτι περισσότερο από  μια καταχρηστική γενίκευση μεμονωμένων συμβάντων -πράγμα απαράδεκτο για την επιστήμη της Ψυχανάλυσης-, τότε βέβαια και ο νους υπάρχει πραγματικά, είναι αληθινό «όργανο». Ο άγιος Γρηγόριος Νύσσης απομακρύνθηκε, θα πρέπει να σου πω, ιδιαίτερα πολύ από προγενέστερες νεοπλατωνικές θεωρήσεις, ακόμη και πρώιμων χριστιανών στοχαστών. Μελέτησε τις ψυχικές δυνάμεις καθαυτές, με μια  αριστοτελική -ας πούμε με τα σημερινά δεδομένα επιστημονική- εμπειρική ανάλυση, και περιέγραψε τον τρόπο που ο συγκεκριμένος άνθρωπος στοχάζεται, αναλογίζεται, ενεργεί κ.λπ. Μιλά για τον νου καθαρά ρεαλιστικά, όπως μιλάμε σήμερα για την «συνείδηση».   Εναντιούμενος στον Νεοπλατωνισμό, ο Γρηγόριος πίστευε ότι η ψυχή δεν έχει καμία δύναμη να σώσει μόνη της τον εαυτό της, αλλά, μολονότι πράγματι υπάρχει και έχει το δικό της «φως», σώζεται μόνο όταν ο άνθρωπος μετέχει στα Μυστήρια της Εκκλησίας, το βάπτισμα και την Ευχαριστία. Η ψυχή είναι κτίσμα.
-Δεν έδωσε λοιπόν μυστικιστική ερμηνεία της ψυχής…
-Εξάλλου, ούτε καν  πίστευε, όπως περίπου αργότερα οι Σχολαστικοί, ότι η «ουσία» του Θεού ήταν «πνεύμα», με την πλωτινική έννοια. Ο Θεός είναι και υπέρ αυτό το φιλοσοφικό «πνεύμα». Προχώρησε λοιπόν σε μια  αποκάθαρση της διδασκαλίας του Πλωτίνου, μα και του  Ωριγένη, περι νοός. Τον πόλεμο που άνοιξε με τον νεοπλατωνισμό τον συνέχισε ακριβώς ο άγιος Μάξιμος, παρόλο που οι Πατέρες της Εκκλησίας αξιοποίησαν και κάποια νεοπλατωνικά στοιχεία, γιατί ήταν χρήσιμα στον αγώνα τους κατά του Γνωστικισμού. Αυτά όμως δεν μας ενδιαφέρουν εδώ.
-Γνωρίζω ότι οι Έλληνες Πατέρες δανείστηκαν αρκετά από τον Αριστοτέλη… Σε τι όμως ο νους υποβοηθηθεί την όλη ανάλυση και είναι τόσο χρήσιμος θεολογικά αλλά και «ορθολογικά», όπως έχεις ήδη πει;
-Λοιπόν, ο Ομολογητής  πιστεύει ότι υπάρχει πράγματι ο νους, φυσική κίνηση του οποίου είναι η νόηση, που εργάζεται διά μέσου της λογικής δύναμης, και τελικά, ως έσχατη ενέργεια αυτής στα πλαίσια του φυσικού κόσμου, επιτυγχάνεται το νόημα. Ο «νους» υφίσταται ως ανώτερο όργανο, που, όποτε θέλει, μπορεί  να εργάζεται περισσότερο ή λιγότερο. Μπορεί ο νους σου, όπως είπαμε, κάποια στιγμή να «ρεμβάζει», να «αναπολεί», να στέκει «νωθρός» κ.ο.κ. Ωστόσο, όταν αποφασίσει να εργαστεί, κάνει τότε ό,τι του είναι φυσικό, δηλαδή αρχίζει να «νοεί», με την έννοια που, όταν τα πόδια μας αρχίζουν να περπατούν, τότε ακριβώς κάνουν αυτό για το οποίο είναι πλασμένα. Όταν ο νους «νοεί», ξεκινά η όλη διαδικασία της «νόησης». Και η προσευχή, για τους ασκητές πατέρες, είναι νοερή ενέργεια. Θα πρέπει εδώ να προσέξουμε το εξής: Το απώτερο, βαθύτερο, έσχατο έργο του νου δεν είναι η νόηση αλλά η επιστροφή, δηλαδή η σύνδεση της κτιστής ψυχής με τον Άκτιστο Κύριο. Αυτός είναι άλλωστε και ο σκοπός της προσευχής. Πραγματικά είναι θαυμαστό το ότι στην ελληνική γλώσσα ο νους ετυμολογικά προέρχεται από το ρήμα νέομαι που σημαίνει επιστρέφω, γυρίζω και  παράλληλα σώζω, φυλάσσω. Ο νους σώζει την ψυχή γιατί την επιστρέφει. Θα μπορούσαμε να πούμε πως ό,τι είναι για το σώμα η ψυχή, είναι κατά κάποιο τρόπο για την ψυχή ο νους- αν και ο νους  είναι όργανο της  ψυχής. Ο νους βαθιά βαθιά είναι και ένα καρδιακό γεγονός. Είναι ο τόπος που δεξιώνεται τη θεία αγάπη.  Αυτό δήλωναν οι Πατέρες όταν μιλούσαν για τον «ἐν τῇ καρδίᾳ νοῦ».  Όπως το σώμα νεκρώνεται δίχως ψυχή,  έτσι και η ψυχή νεκρώνεται δίχως νου.  Είναι αυτό πού λέμε για όσους χάνουν τον οντολογικό προσανατολισμό τους: «ζωντανοί νεκροί» ή εκείνο που καταδείκνυε ο Χριστός όταν έλεγε: «ἄφες τοὺς νεκροὺς θάψαι τοὺς ἑαυτῶν νεκρούς»  (Ματθ. 8,22). Μπορούμε, δηλαδή, σχηματικά να αντιληφθούμε τον νου σαν την ψυχή της ψυχής μας, σαν το βαθύτερο θείο εαυτό που η θεία πρόνοια έθεσε μέσα μας για να μας φυλάττει επιστρέφοντάς μας- μαζί με ό,τι στην πατερική θεολογία λέγεται «καρδιά». Θα μπορούσαμε με αυτό το πρίσμα να συλλάβουμε τη νόηση ως αφετηρία όχι γνώσης, αλλά επιστροφής. Έναν αφετηριακό  τόπο που υφίσταται και λειτουργεί με πιο μυστηριακούς τρόπους ακόμη και στα άτομα με νοητική στέρηση.   
-Μα η νόηση δεν είναι μια ακόμη αφηρημένη λέξη για να περιγράψει μάλλον καταχρηστικά και περιοριστικά, από όσα άρχισα μόλις να αντιλαμβάνομαι, την ικανότητά μας απλώς να κάνουμε σκέψεις; Υπάρχει όντως κυριολεκτικά «νόηση»;
- Η νόηση είναι λειτουργία του νου. Όχι η μόνη. Μια άλλη λειτουργία, νοερή μεν αλλά κατεξοχήν βαθιά, που υπογραμμίζεται από το  «μακάριοι οἱ πτωχοὶ τῷ πνεύματι», είναι η ταπείνωση, δηλαδή, το αποφατικό άνοιγμα του νου. Διότι η ταπείνωση δεν είναι μια ψυχολογική διεργασία, αλλά μια κίνηση, μια μετάθεση του νου της ψυχής προς τον νου του Θεού.
Το σημαντικό είναι όμως να καταλάβεις ότι ο «νους» υπάρχει ακόμη και όταν το άτομο δεν προβαίνει στην διαδικασία της «νόησης», γιατί τα όργανα δεν εξαφανίζονται όταν κάποια στιγμή αναστέλλουν την λειτουργία τους. Υπάρχουν π.χ. ζώα των οποίων ορισμένα φυσικά όργανα του σώματος, ακόμη και η καρδιά, παύουν να λειτουργούν για ένα διάστημα, υπό ακραίες βέβαια συνθήκες, συνήθως για λόγους αυτοπροστασίας. Αυτό δεν σημαίνει ασφαλώς ότι εξαφανίζονται, γιατί λίγο μετά επαναλειτουργούν κανονικά. Αυτό ακριβώς γίνεται και με το νου. Μπορεί να εργάζεται, περισσότερο ή λιγότερο ή και καθόλου. Αυτό δεν σημαίνει ότι εξαφανίζεται. Κάποια στιγμή προσευχόμαστε, για παράδειγμα, πιο έντονα, άλλες φορές όχι τόσο, και άλλες φορές «ρεμβάζουμε».
-Περιπίπτουμε σε μια κατάσταση, όντως, ρεμβασμού, νωθρότητας κ.λπ.
-Έτσι είναι. Αυτό που λέμε τώρα «συνείδηση» είναι στην πραγματικότητα μια διαδικασία του νου, η οποία βαθαίνει όσο βαθαίνει και φωτίζεται  η αντιληπτική και μεθεκτική λειτουργία του νου. Για την ακρίβεια, όπως λέγει ο άγιος Μάξιμος, ο νους έχει «δύναμη θεωρίας», πράγμα που σημαίνει ότι μπορεί να «αδράχνει» το αντικείμενό του και όχι απλώς να συλλογίζεται. Να προσεγγίζει, δηλαδή, μεθεκτικά τον λόγο του.  Παράδειγμα: φαντάσου, ως επιστήμων που είσαι, κάποιον συνάδελφό σου, κάποιον π.χ. μαθηματικό, που προσπαθεί να λύσει ένα γεωμετρικό πρόβλημα, στο οποίο εμπλέκεται κάποιο τρίγωνο. Ακόμη δεν έχει αρχίσει  να «συλλογίζεται», γιατί ακριβώς παρατηρεί το σχήμα, το περιεργάζεται, για την ακρίβεια το «θεωρεί», χωρίς να έχει αποφασίσει ακόμη από πού να ξεκινήσει κάποιο συγκεκριμένο συλλογισμό. Το αρχικό αυτό διάστημα του «θεωρείν» δεν αποτελεί, όπως θα νόμιζαν πολλοί αναλυτικοί φιλόσοφοι, απλό «βλέπειν», γιατί το ίδιο σχήμα μπορούν κάλλιστα να το δουν και χίλιοι δυο άλλοι άσχετοι με τη γεωμετρία, χωρίς η ματιά τους να μοιάζει σε τίποτε με αυτή του μαθηματικού. Ούτε επίσης πρόκειται για ένα είδος υποτυπώδους συλλογισμού, πριν αρχίσει η έντονη διεργασία του νου. Όχι. Θα προστρέξουμε εδώ στη Φαινομενολογία, τη μόνη φιλοσοφική σχολή που έχει καταλάβει αυτά τα προβλήματα. Σου συνιστώ να μελετήσεις λίγο τις θεμελιώδεις έννοιες αυτής της σχόλης, και ο ίδιος μάλιστα ο Χάιντεγκερ είναι σε μεγάλο βαθμό φαινομενολόγος. Η Φαινομενολογία λοιπόν έχει εδώ δίκιο: πρόκειται ακριβώς για «θεωρείν».
-Μιλά για κάτι τέτοιο;
-Ναι, λέγει ότι η συνείδηση έχει «προθετικότητα», που θα πει ότι προσδιορίζει έτσι τον εαυτό της ώστε να «συγκεντρώνεται» στον εαυτό της και να κατευθύνεται στο εκάστοτε αντικείμενό της… Σκέψου, στα καθ’ ημάς, κάποιον που είναι απορροφημένος στην ανάγνωση μιας βιβλικής περικοπής. Αν προσέξουμε καλύτερα, θα δούμε ότι όλη αυτή η διαδικασία εμπεριέχει όντως το «θεωρείν». Η φαινομενολογική «προθετικότητα», ελπίζω να μπορείς να το καταλάβεις αυτό, είναι μια πραγματικότητα κατά πολύ ανώτερη του απλού «συλλογίζεσθαι». Όταν ο  Αϊνστάιν «συνέλαβε» τη θεωρία  της σχετικότητας, την συνέλαβε ακριβώς ως «όραμα». Μολονότι αυτή περιλαμβάνει διάφορες επιμέρους αρχές, εξισώσεις κ.λπ., δεν είναι μια απλή συνάθροιση μαθηματικών σπαραγμάτων, αλλά συνιστά ένα ενιαίο όραμα για τον κόσμο, μια «θεωρία». Υπό αυτή τη μορφή και συνελήφθη.
-Ίσως γι’ αυτό ο Αϊνστάιν ξεχωρίζει από τους άλλους επιστήμονες. Ήταν πράγματι ένας οραματιστής. Μου αρέσει να διαβάζω τη βιογραφία του.
-Και τα έργα του επίσης που εξηγούν πώς έφτασε στη σχετικότητα.  Η λογική δύναμη του νου είναι λοιπόν αυτή που «αδράχνει» τις επιμέρους πραγματικότητες του κόσμου, και έτσι γεννιέται η «γνώση», η οποία είναι πάντα γνώση ενός πράγματος, συνειδητού ή έστω ασυνείδητου. Το λογικό γενικά ερευνά, με  την γνωστική του δύναμη, και τελικά συσσωρεύει πληροφορίες. Ωστόσο, ο Μάξιμος  γράφει ότι η «σοφία» είναι ανώτερη από τη γνώση. Το λογικό είναι το όργανο της γνώσης, ο νους της σοφίας. Αν διαβάσουμε τη Βίβλο «λογικά», θα μείνουμε μόνο στα πρώτα φαινόμενα νοήματα…
-Μάλλον σοφία είναι μια πιο έγκυρη γνώση, καλύτερα θεμελιωμένη. Στηρίζεται πάνω σε πιο διαπιστωμένα δεδομένα.
-Ο νους, για να αντιληφθείς καλύτερα τις έννοιες, είναι πάνω και από την ίδια τη λογική, καθώς, όπως γνωρίζουμε όλοι, η πείρα δεν είναι απλή συσσώρευση διανοητικά επεξεργασμένων γνώσεων, που έλαβαν μια σχετική καταληκτική μορφή, αλλά κάτι πολύ περισσότερο. Αυτό το «κάτι παραπάνω», που είναι αδύνατον να μεταμορφωθεί, όπως πολύ ωραία αποδεικνύει ο χαϊντεγκεριανός φιλόσοφος Χ. Ντρέιφους, σε ρητή πληροφορία, δεν  είναι απλό «αντανακλαστικό», αλλά πραγματική «σοφία». Για να το διατυπώσω απλούστερα, η πείρα δεν είναι γνωσιολογική πληροφορία αλλά βιωματική μαθητεία και η σοφία προέρχεται από τη μεθεκτική, δηλαδή εμπειρική, γνωστική και αποκαλυπτική προσοικείωση της αλήθειας. Για αυτό και η σοφία είναι ανώτερη της γνώσης. Όχι όμως ανώτερη της χάρης, διότι η χάρη προϋποθέτει την μετάθεση του νου στην ειρήνη της θείας πληρότητας, στον Θεό της ειρήνης. Η χάρη δεν είναι ανώτερη νόηση αλλά επίσκεψη Θεού και φωτισμός του νου.  Προσθέτει ο Μάξιμος, ο νους ζητεί, το λογικό ερευνά. Προσευχόμενοι, πάνω από όλα ζητούμε. Ζητούμε την χάρη, τον φωτισμό του νου.
-Το να ζητείς σημαίνει νομίζω κάτι πιο συναισθηματικό. Σημαίνει να έχεις πόθο για κάτι… Να παλεύεις να το βρεις.
-Αυτό είναι σωστό, σκέψου το όμως καλύτερα υπό τους όρους της ίδιας της Φαινομενολογίας. Όταν ο μαθηματικός καταπιάνεται με ένα μαθηματικό πρόβλημα, έχει «έφεση», «νοερό» και όχι συναισθηματικό πόθο, να το επιλύσει. Στρέφεται προς το πρόβλημα με αυτό ακριβώς που ονομάζει η Φαινομενολογία, «προθετικότητα», για το οποίο μόλις μιλήσαμε. Το παράξενο όμως είναι -εδώ βρίσκεται όλη η ουσία αυτής της Σχολής- ότι αυτός ο διάπυρος πόθος δεν αποτελεί συναίσθημα, αλλά μέρος  του ίδιου του «νοείν». Γι’ αυτό και ο άγιος Γρηγόριος Νύσσης, που τα έχει αντιληφθεί όλα αυτά αρκετά πιο νωρίς, γράφει κάπου ότι στα Έσχατα το επιθυμητικό της ψυχής θα εξαφανιστεί, και θα μείνει μόνο ο φλογερός πόθος του «νου», δηλαδή η ίδια η αγάπη. Για αυτό συνειδητοποιεί  πως «ο νους αγαπά». Αγάπη  είναι η συνεκτική δύναμη που μπορεί και «θεωρεί» τον Θεό, συνενώνοντας έτσι θαυμαστά «νοείν» και ηθικό στοιχείο. 
-Δεν είναι συναίσθημα η αγάπη;  Εξακολουθώ να βλέπω τον πόθο του νου ως συναίσθημα… Είναι κάτι άλλο;
-Εδώ έγκειται η πρωτοτυπία της βυζαντινής σκέψης, που πάει βήματα παραπέρα σε σχέση και με τους Φαινομενολόγους. Πολλά ψυχικά θέματα κατανοούνται καλύτερα υπό αυτή την οπτική. Μπορούμε όμως να πάμε πίσω στην αρχαία Ελλάδα, και σε αυτά που γράφει ο Πλάτων, για τον έρωτα της αλήθειας. Λοιπόν, γιατί αγαπά κανείς τόσο σφοδρά την αλήθεια; Είναι απλώς συναισθηματική η όλη επιθυμία μας, που θα πει ότι την αγαπάμε όπως π.χ. λαχταράμε ένα φαγητό; Πρόσεξε εδώ την διαφορά  στις σημασίες του ρήματος «αγαπώ». Πότε σημαίνει μια απλή υλική ευχαρίστηση ή έστω μια λεπτή πνευματική απόλαυση, και πότε μια διάνοιξη σε κάτι ευρύτερο, σε κάτι που έχει για μας, όπως λέμε, «οντολογική» σημασία. Δεν μπορούμε να υποβιβάζουμε τα πάντα σε συναίσθημα, αυτό είναι ένα λάθος της σύγχρονης σκέψης… Η αγάπη για την προσευχή, τον ίδιο τον Κύριο, είναι καρδιακό γεγονός, αλλά ταυτόχρονα αγγίζει βαθιά και την πραγματικότητα που λέγεται «νους». Η αγάπη είναι η πραγματική ατμόσφαιρα του νου. Αυτό καταδεικνύεται και από το γεγονός ότι ο Θεός είναι αγάπη.
-Η αγάπη για την αλήθεια σημαίνει πάντα υψηλό ήθος, και ας είναι συναίσθημα… Αυτό είναι παράδοξο.
-Και ανερμήνευτο μαζί. Ο έρωτας για την αλήθεια, δεν είναι απλώς ηθική αλλά οντολογική ποιότητα, είναι «νοερή» πραγματικότητα. Επιπλέον, σκέψου ότι η ζητητική δύναμη του «νου», η προθετικότητα, είναι που τον επιστρέφει, που τον κάνει σώνει και καλά να στρέφεται προς την αιτία των όντων. Γνωρίζεις τον Λακάν…
-Είναι κάπως γνωστός από την φιλοσοφία του περί γλώσσας… Έχει δώσει ώθηση στον μεταμοντερνισμό. Ήταν διαφορετικός από τον Φρόυντ, με την θεωρία του οποίου όλοι βέβαια είμαστε εξοικειωμένοι καλύτερα.
-Από μια άποψη, ο Λακάν είναι «μεταμοντέρνος». Έχει όμως καταπληκτικές αναλογίες και με την βυζαντινή σκέψη, εν προκειμένω τον άγιο Μάξιμο. Γράφει λοιπόν και αυτός ότι ο άνθρωπος είναι ολόκληρος μια ζήτηση, μια φορά, αλλά όχι τόσο συναισθηματική, όσο «νοερή». Φορά για το άπειρο. Θα το καταλάβεις αυτό γιατί μεταξύ των άλλων ισχυρίζεται ότι, ακόμη και όταν το λογικό ανακαλύψει τη λύση ενός προβλήματος με το οποίο έχει σφοδρά καταπιαστεί, ο νους, εξ ορισμού ακόρεστος, συνεχίζει την πορεία του για αλλού. Και αυτό γιατί φύση του είναι να ζητεί, χωρίς να σταματά πουθενά –μέχρις ότου βρει το Απόλυτο. Γι’ αυτό και στον Λακάν ο άνθρωπος δεν αναπαύεται ποτέ.
-Είναι το λεγόμενο ανικανοποίητο του ανθρώπου… Που μας βασανίζει νομίζω πολύ.
-Ο νους, επίσης, στο μεγάλο ζητητικό ταξίδι του, όταν κάποτε  το λογικό διανύσει και εξαντλήσει την όλη πορεία του, συμβαίνει να φτάνει σε μια έσχατη ενατένιση του κόσμου. Όμοια θα λέγαμε με αυτή του Αϊνστάιν όταν ανακάλυψε την σχετικότητα. Τότε όμως μπορεί να καταλάβει ο άνθρωπος ότι η διάνοιά του ολοκλήρωσε απλώς την πορεία της, εξάντλησε τις ικανότητές της. Η ουσία των όντων δυστυχώς δεν μπορεί να διανοητικοποιηθεί περαιτέρω, μένει από ένα σημείο και πέρα άπιαστη, ασύλληπτη . Αυτό το αισθάνεται μάλλον καλύτερα η κβαντική φυσική, που οδηγεί συχνά σε έναν περίεργο αυτοπεριορισμό του διανοητικού στοιχείου – δεν μιλάμε εδώ για μυστικισμό, καθώς όλα αυτά λαμβάνουν και τη μορφή εξισώσεων. Φτάνει τότε κανείς στο σημείο που εν-«νοεί», όπως λέγει ο π.  Σωφρόνιος, ένας υπέροχος ασκητής, μαθητής του αγίου Σιλουανού του Άθω, ότι ο κόσμος είναι πολύπλοκος και ταυτόχρονα αντιφατικός. Ο στοχαζόμενος μπορεί να σταματήσει το ταξίδι του, νομίζοντας ενίοτε ότι ανακάλυψε το παν, αλλά μπορεί, το πιο πιθανόν, να αντιληφθεί ότι μετά τα όντα αρχίζει το Άπειρο, δηλαδή το  Ιερό, ο  Θεός. Αλλά ας περάσουμε στον ίδιο τον Άγιο Μάξιμο.
-Ήταν όλα πολύ πυκνά όσα άκουσα, αλλά κατάλαβα αρκετά πράγματα για τη σύγχρονη φιλοσοφία. Ας περάσουμε τώρα, όπως προτείνεις, στον Ομολογητή, για να κάνουμε και τη σύγκριση. Τι πιστεύει λοιπόν για το νου αυτός ο αγωνιστής της πίστης, όπως μου τον περιέγραψες μια μέρα; Μου είπες ότι του ξερίζωσαν την γλώσσα και του έκοψαν το δεξί χέρι, προς το τέλος της ζωής του.
-Γι’ αυτό και λέγεται «Ομολογητής». Ο  άνθρωπος, κατ’ αυτόν, έχει βαθύτερα μία και μόνο μία «υπαρξιακή» φορά, με την βαθύτερη «νοερή» έννοια της λέξης. Όχι περισσότερες.
-Αυτό θα πει ότι είναι ένα ον, όπως λέμε, με υπαρξιακές αναζητήσεις, που θέτει ερωτήματα για το «ον», για τον Θεό;
-Σωστά. Αλλά κάτι πάνω και από αυτό. «Ο Θεός Λόγος», γράφει κάπου ο άγιος Μάξιμος στη «Φιλοκαλία», «ο οποίος δημιούργησε την ανθρώπινη φύση, δεν έθεσε μέσα της ούτε ηδονή, ούτε οδύνη της αισθήσεως, αλλά κάποια νοερή δύναμη προς ηδονή, με την οποία θα μπορούσε να Τον απολαύσει με τρόπο ανέκφραστο. Αυτή τη δύναμη, δηλαδή τη φυσική επιθυμία του νου προς το Θεό, μόλις έγινε ο πρώτος άνθρωπος, την έδωσε στην αίσθηση και απόκτησε, κατ’ αυτή την πρώτη κίνηση, την ηδονή που ενεργεί πάνω του παρά φύση μέσω της αισθήσεως» . Αυτό σημαίνει ότι στην πραγματικότητα βαθιά βαθιά ο άνθρωπος μπορεί να δώσει τον εαυτό του, την «καρδιά» του, όπως λέμε στη θεολογική γλώσσα, σε ένα και μόνο πράγμα. Όχι σε περισσότερα… Αλλά γι’ αυτό το θέμα, για το «εν ου έστι χρεία», και τα πολλά που λέγει ο Μάξιμος για αυτό, θα μιλήσουμε μια άλλη φορά…
-Το εν ου έστι χρεία!
(ΣΥΝΤΟΜΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΗ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ: Ορισμένα πολύ αντιπροσωπευτικά έργα του αγίου Μαξίμου έχουν περιληφθεί στον Β Τόμο της Φιλοκαλίας. Είναι από τα εκλεκτότερα έργα της πατερικής γραμματείας. Άριστη εισαγωγή στον Ομολογητή αποτελούν τα γραπτά του π. Στανιλοάε, και ιδίως οι εισαγωγές των βιβλίων «Μυσταγωγία» και «Θεολογικά και Φιλοσοφικά Ερωτήματα», που κυκλοφορούν και τα δύο από τις εκδόσεις της «Αποστολικής Διακονίας». Ένα βιβλίο με τίτλο «Θεός Λόγος και Ανθρώπινος Λόγος» του π. Χρυσοστόμου Διονυσιάτη αποτελεί και αυτό λαμπρή έκθεση πολλών επιμέρους διδασκαλιών του αγίου Μαξίμου.)